ροιοφόροι

ροιοφόροι
οἱ, Α
πεζοί σωματοφύλακες τών αρχαίων βασιλέων τής Περσίας που έφεραν στα δόρατά τους χρυσές ή αργυρές σφαίρες σε σχήμα ροδιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥοιά / ῥόα «ροδιά» + -φόρος*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”